- δυτική
- δυτικόςable to divefem nom/voc sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Δυτική Ελλάς — Sp Vakarų Grakija Ap Δυτική Ελλάς/Dytiki Ellas L Graikijos adm. sritis … Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė
Δυτική Μακεδονία — Sp Vakarų Makedònija Ap Δυτική Μακεδονία/Dytiki Makedonia L Graikijos adm. sritis … Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė
δυτικῇ — δυτικός able to dive fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Δυτική Ελλάδα — Διοικητική περιφέρεια (11.350 τ. χλμ., 740.506 κάτ.) της Ελλάδας. Περιλαμβάνει τους νομούς Αχαΐας, Ηλείας και Αιτωλοακαρνανίας, δηλαδή τις περιοχές που αποτελούν τον κύριο κορμό της Δ.Ε. Η πληθυσμιακή της πυκνότητα (65 κάτ./τ. χλμ. το 2001) είναι … Dictionary of Greek
Δυτική Κορδιλιέρα — Ορεινή αλυσίδα με ψηλότερη κορυφή το Ουασκαράν (6.768 μ.) του Περού, που αποτελεί υποδιαίρεση των Άνδεων. Βλ. λ. Περού … Dictionary of Greek
Δυτική Μακεδονία — Διοικητική περιφέρεια (9.451 τ. χλμ., 301.522 κάτ.) της Ελλάδας, η οποία περιλαμβάνει τους νομούς Γρεβενών, Καστοριάς, Κοζάνης και Φλώρινας και έχει έδρα την Κοζάνη. Η πληθυσμιακή πυκνότητα είναι 32 κάτ./τ. χλμ., πολύ χαμηλότερη από τη μέση… … Dictionary of Greek
Δυτική Φραγκίστα — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 710 μ., 626 κάτ.) του νομού Ευρυτανίας. Βρίσκεται στα Δ του νομού, Β της λίμνης των Κρεμαστών. Αποτελεί έδρα του δήμου Φραγκίστας … Dictionary of Greek
ασυμμετρία, ανατολική-δυτική — Όρος της πυρηνικής φυσικής. Η διαφορά που παρατηρείται ανάμεσα στην ένταση της κοσμικής ακτινοβολίας ανατολικά και δυτικά από τον γεωμαγνητικό μεσημβρινό. Το φαινόμενο της ανακαλύφθηκε το 1933, κατά τη διάρκεια τριών ξεχωριστών πειραμάτων: ο… … Dictionary of Greek
Αυστραλία, Δυτική — (Western Australia). Ομόσπονδη πολιτεία της Αυστραλιανής Κοινοπολιτείας που περιλαμβάνει ολόκληρη την περιοχή Δ του 129ου μεσημβρινού και είναι η μεγαλύτερη σε έκταση (2.525.500 τ. χλμ.) αλλά η λιγότερο πυκνοκατοικημένη (918.805 κάτ. το 2001, 1… … Dictionary of Greek
Βεγγάλη, Δυτική — Ομόσπονδο κράτος (88.752 τ. χλμ., 80.221.171 κάτ. το 2001) της Ινδικής Ένωσης, με πρωτεύουσα την Καλκούτα. Στα Β φτάνει έως τα τελευταία αντερείσματα των Ιμαλαΐων, στα σύνορα με το Νεπάλ, το Σικίμ και το Μπουτάν, στα Ν βρέχεται από τον κόλπο της… … Dictionary of Greek